Translate

Πέμπτη 18 Οκτωβρίου 2012

Με το χέρι στην καρδιά



ΜΕ ΤΗΝ ΗΜΕΡΙΔΑ
που πραγματοποιήθηκε τον Νοέμβριο του 1998 στην
Παλαιά Βουλή, καθώς και με την έκδοση αυτή, παρουσιάζεται με τη μεγαλύτερη δυνατή πληρότητα η ιστορική, ηθική και νομική πλευρά του προβλήματος των γερμανικών οφειλών. Είναι λυπηρό ότι μια
αδικαιολόγητη καθυστέρηση εκπλήρωσης στοιχειωδών κανόνων του διεθνούς δικαίου και τήρησης πανανθρώπινων αξιών καθιστά αναγκαίες παρόμοιες εκδηλώσεις και εκδόσεις και μάλιστα μετά παρέλευση μισού και πλέον αιώνα.

Προφανής σκοπός και στόχος της έκδοσης στην ελληνική και τη γερμανική γλώσσα είναι η ενημέρωση και δραστηριοποίηση
του ελληνικού και γερμανικού κοινού, καθώς και των Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας, στα οποία παρέχονται τα βασικά δεδομένα του προβλήματος.

Τελικοί αποδέκτες των στοιχείων, των απόψεων, των επιχειρημάτων και των προτάσεων, τα οποία περιέχονται στα
Πρακτικά και στο Ψήφισμα της Ημερίδας, είναι βέβαια οι αρχές της Γερμανικής Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας και της Ελληνικής
Δημοκρατίας, που οφείλουν επιτέλους να προχωρήσουν σε επαγωγικό διάλογο και φιλική συνεργασία για την επίλυση του προβλήματος, το οποίο, όπως αναφέρεται στο θέμα της Ημερίδας, αποτελεί «προϋπόθεση για την εδραίωση της φιλίας των λαών
Ελλάδας και Γερμανίας».

Ιδιαίτερη σημασία έχει, νομίζουμε, να υπογραμμίσουμε προς όλους τους αποδέκτες ότι επικεφαλής αυτής της προσπάθειας, από ελληνικής πλευράς, βρίσκονται αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης ολόκληρου του αντιστασιακού φάσματος, οι οποίοι ανήκουν σήμερα σε όλες τις πολιτικές τάσεις της χώρας.

Άνθρωποι, που στα κορμιά και στις ψυχές τους έχουν χαραγμένα
βαθιά με φωτιά και με σίδερο τα ίχνη του αγώνα για την απελευθέρωση της Ευρώπης και του ίδιου του γερμανικού λαού από τη βαρβαρότητα του ναζισμού.
Και γνωρίζουν ότι τα θεμέλια της αναγεννημένης δημοκρατικής Γερμανίας, που ευημερεί σήμερα, στεριώθηκαν και με το αίμα και τις άμετρες θυσίες τις δικές τους, αλλά και την εργασία εκατοντάδων χιλιάδων Ελλήνων.

Θεωρούμε ότι η πολιτική ηγεσία της σημερινής Γερμανίας, που δεν αποφασίζει ακόμα να προχωρήσει σε ένα δημοκρατικό διάλογο, θα έπρεπε να αναρωτηθεί, με το χέρι στην καρδιά, πού θα βρίσκονταν σήμερα η ίδια και οι αξιότεροι γιοι και θυγατέρες του γερμανικού λαού, εάν δεν είχε ευοδωθεί εκείνος ο αγώνας, που στοίχισε ποτάμια αίμα και αμέτρητες καταστροφές στους λαούς της Ευρώπης και στο λαό μας...

Αυτό τον αγώνα, στο όνομα των διαιώνιων αξιών αλληλεγγύης και φιλίας των λαών, συνεχίζουν σήμερα με συνέπεια οι συνειδήσεις εκείνες που δεν βολεύονται με την αδικία και τις μικρόψυχες εγωιστικές σκοπιμότητες. Και είναι αποφασισμένες να χρησιμοποιήσουν όλα τα έννομα και ηθικώς άψογα μέσα, στο πλαίσιο των διακρατικών σχέσεων και της Ενωμένης Ευρώπης,
για τη δικαίωσή του.

Βασική εγγύηση για την επιτυχία του αγώνα αυτού αποτελεί το γεγονός ότι και από γερμανικής πλευράς, στην ίδια τη χώρα τους, στρατεύονται οι τίμιοι αντιναζιστές και δημοκράτες, όλοι όσοι δεν βολεύονται στη λήθη, στην ψευδό-«αναθεώρηση» μιας ζοφερής ιστορικής αλήθειας, και συμπαρατάσσονται στο πλευρό των Ελλήνων αγωνιστών της Αντίστασης και του ελληνικού λαού.

-------------------  

Αντιγήρανση
Το Hydroface Anti-Aging System, 
είναι μια τελείως φυσική προσέγγιση στην πρόληψη των σημαδιών της γήρανσης, με την τοποθέτηση των πιο ισχυρών θρεπτικών συστατικών της φύσης να εργάζονται στο δέρμα σας.


 

Το Hydroface Anti-Aging System, είναι μια τελείως φυσική προσέγγιση στην πρόληψη των σημαδιών της γήρανσης, με την τοποθέτηση των πιο ισχυρών θρεπτικών συστατικών της φύσης να εργάζονται στο δέρμα σας. Λεπτομεριες εδώ

Η επίλυση του προβλήματος των αποζημιώσεων. Νομικό και ηθικό χρέος

Άνοιγμα της Ημερίδας (25 Νοεμβρίου 1998)
από τον καθηγητή και πρώην Υπουργό Γεώργιο-Αλέξανδρο Μαγκάκη



ΑΓΑΠΗΤΟΙ ΦΙΛΕΣ ΚΑΙ ΦΙΛΟΙ, συναγωνιστές και συμμαχητές.

Έχουν περάσει πάνω από πενήντα τρία χρόνια από τον τερματισμό του πολέμου και το θέμα της καταβολής των γερμανικών πολεμικών επανορθώσεων στην Ελλάδα δεν έχει ακόμα ρυθμιστεί. Και ας είναι ένα βαρύτατο και πεντακάθαρο ηθικό χρέος.

Οι λόγοι του ιστορικά παράδοξου και ηθικά απαράδεκτου αυτού γεγονός είναι πολλοί. Λόγοι, που όμως μόνο εξηγούν και σε καμιά περίπτωση δεν δικαιολογούν την αφόρητη αυτή αποτελμάτωση. Τώρα, όμως, η κατάσταση αυτή έχει αρχίσει να μεταβάλλεται.
Στη μεταβολή αυτή συμβάλλουν:

Πρώτον: Η σύναψη της Συμφωνίας της Μόσχας του 1990. Η συμφωνία αυτή καταρτίστηκε μεταξύ, από τη μια μεριά, των δύο
τότε γερμανικών κρατών (του δυτικού και του ανατολικού) και, από την άλλη, των τεσσάρων δυνάμεων κατοχής της Γερμανίας, δηλαδή των ΗΠΑ, της Αγγλίας, της Γαλλίας και της Σοβιετικής Ένωσης. Γι’ αυτό ονομάστηκε και «Συμφωνία 2+4».

Η Συμφωνία αυτή θεωρείται σύναψη Συνθήκης Ειρήνης. Προβλέπει δε και για το θέμα της καταβολής, από την ενιαία πια Γερμανία, των οφειλόμενων πολεμικών αποζημιώσεων στις χώρες και στα θύματα που υπέστησαν κατά τη διάρκεια του Β´ Παγκόσμιου πολέμου τη ναζιστική θηριωδία.

Ορίζει, μάλιστα, ότι εντός μιας πενταετίας, δηλαδή ως το 1995, οφείλουν οι ενδιαφερόμενες χώρες να θέσουν το θέμα των διεκδικήσεων τους στη Γερμανική Κυβέρνηση.
Αλλιώς η αξίωσή τους παραγράφεται. Με βάση αυτή τη Συμφωνία της Μόσχας δόθηκαν ήδη αποζημιώσεις στη Ρωσία, την Πολωνία και το Ισραήλ, πέραν εκείνων, που τους είχαν σε διάφορα χρονικά διαστήματα χορηγηθεί.

Η Ελληνική Κυβέρνηση υπέβαλε το 1995, λίγο πριν εκπνεύσει η πενταετής προθεσμία, σχετική διπλωματική διακοίνωση διά του Πρέσβη μας στη Βόννη.
Στη διακοίνωση αυτή η Γερμανική Κυβέρνηση απάντησε αρνητικά, με ασυνήθιστη ταχύτητα (αυθημερόν) και κατηγορηματικότητα, πράγμα που δηλώνει τουλάχιστον νευρικότητα και αμηχανία.        Το θέμα είναι, επομένως, και από τη σκοπιά της Συμφωνίας της Μόσχας, ανοικτό προς ρύθμιση.

Δεύτερον: Με τη Συμφωνία της Μόσχας, που έχει χαρακτήρα εναλλακτικής συνθήκης ειρήνης, επήλθε η ενοποίηση της Γερμανίας. Έτσι υλοποιήθηκε και αυτή η προϋπόθεση, που, κατά μια ερμηνεία, μπορούσε να συναχθεί από τη Συμφωνία της Βόννης το 1952, η οποία όριζε ως διάδοχο του Γ´ Ράιχ την ενοποιημένη Γερμανία, πρόβλεπε δε τη σχετική αναβολή εκπλήρωσης της υποχρέωσης καταβολής πολεμικών αποζημιώσεων ως την υπογραφή συνθήκης ειρήνης.

Τρίτον: Η Γερμανική Κυβέρνηση προσέφυγε στον Άρειο Πάγο και ζητά την αναίρεση της απόφασης του Πρωτοδικείου Λιβαδειάς, που επιδίκασε αποζημιώσεις στα θύματα της ναζιστικής θηριωδίας για τη
σφαγή στο Δίστομο. Έτσι, όμως, η Γερμανία αποδέχθηκε έμπρακτα την αρμοδιότητα των ελληνικών δικαστηρίων να αποφασίζουν
για το θέμα των γερμανικών πολεμικών επανορθώσεων και αποδυνάμωσε τον ισχυρισμό της ότι στο θέμα αυτό ισχύει ο θεσμός
της ετεροδικίας, αυτόν ακριβώς τον οποίο επικαλείται.

Με τα νεότερα αυτά γεγονότα έχει ανοίξει ο δρόμος για την επίλυση του θέματος της καταβολής των γερμανικών πολεμικών επανορθώσεων στην Ελλάδα.
Ιδιαίτερη προσοχή όμως πρέπει να δοθεί και στην υποχρέωση της Γερμανίας να εξοφλήσει το λεγόμενο «αναγκαστικό κατοχικό δάνειο», το οποίο «διατάχθηκε» η κατοχική κυβέρνηση αδρεικέλων στην Ελλάδα να χορηγήσει στη Γερμανία.

Η δεσμευτικότητα της υποχρέωσης αυτής είναι ανυποχώρητη για δύο λόγους, ένα νομικό και έναν ηθικό.
Νομικά, η δεσμευτικότητα αυτή στηρίζεται σε σαφέστατους νομικούς κανόνες, ενισχύεται δε κατά τρόπο ατράνταχτο και από
το εξής σπάνιας ιδιομορφίας γεγονός:


Λίγες εβδομάδες πριν από την κατάρρευση της ναζιστικής Γερμανίας, οι αρμόδιοι της τότε Γερμανικής Κεντρικής Τράπεζας, της
Reichsbank, αναγνώρισαν ρητά, με γνωμάτευση που υπέβαλαν στο Γερμανικό Υπουργείο Οικονομικών, τη δεσμευτικότητα αυτού του
«γερμανικού χρέους προς την Ελλάδα», το οποίο μάλιστα αποτιμήθηκε «για μελλοντική χρήση» –όπως δεσμευτικά ειπώθηκε σε περίπου, τότε, 476 εκατομμύρια μάρκα.

Ηθικά, η απόλυτη δεσμευτικότητα της υποχρέωσης εξόφλησης του δανείου αυτού στηρίζεται στο γεγονός ότι η σύναψή του «με το πιστόλι στον κρόταφο» υπήρξε μια από τις κύριες αιτίες της οικονομικής εξαθλίωσης και του θάνατου από την πείνα τουλάχιστον 300.000 Ελλήνων.

Δεν είναι έτσι υπερβολή να παρατηρηθεί ότι το δάνειο αυτό συνιστά
ιστορικά πρωτοφανή μορφή τέλεσης του πιο αποκρουστικού εγκλήματος, του «εγκλήματος της γενοκτονίας», που διαπράχθηκε μάλιστα με μια μέθοδο αποκρουστικά τεχνοκρατική, με όργανο, συγκεκριμένα, τον τραπεζικό μηχανισμό εκτύπωσης πληθωριστικού χρήματος.

Για όλους αυτούς τους λόγους η επίλυση του θέματος των οφειλόμενων γερμανικών πολεμικών επανορθώσεων σε όλες του τις πτυχές συνιστά νομική και ηθική αναγκαιότητα. Η επίλυση δε αυτή θα αποτελέσει και την καλύτερη βάση, που πάνω της μπορεί να στηριχθεί μια εγκάρδια, ανέφελη φιλική σχέση ανάμεσα στους λαούς μας, στον ελληνικό και το γερμανικό, οι οποίοι, μαζί και με τους άλλους ευρωπαϊκούς λαούς, μοχθούν για την οικοδόμηση της Ενωμένης Ευρώπης.

Η επίλυση όμως αυτή απαιτεί αγώνα, που πρέπει να τον διεξάγουμε επίμονα και αποφασιστικά όλοι μαζί και από τις δύο πλευρές. Όλοι μαζί όσοι πιστεύουμε, και στην Ελλάδα και στη Γερμανία, ότι το ηθικό χρέος δεν παραγράφεται ποτέ και ότι η φιλία, που στηρίζεται στη δικαιοσύνη και την ηθική συνέπεια, είναι κοινή μας υπόθεση, για την οποία αξίζει ν’ αγωνιζόμαστε.Στο πνεύμα αυτό ανοίγουμε τη σημερινή μας συζήτηση.

------------------------
Η απόκτηση ενός δωματίου, το οποίο να ταιριάζει με τους χώρους, τα ενδιαφέροντα και με τους τρόπους των παιδιών, είναι η κοινή θέληση όλων των παιδιών.

 

O στόχος της Çilek είναι να σχεδιάζει χρήσιμα, ποιοτικά, διαφορετικά και πολύ ανθεκτικά έπιπλα και αξεσουάρ για μωρά, παιδιά και εφήβους και να τα κατασκευάζει χρησιμοποιώντας υψηλή τεχνολογία και άριστα υλικά σύμφωνα με τις προδιαγραφές της Ευρωπαϊκής Ένωσης και με τις προηγμένες προδιαγραφές παιδικής ασφάλειας. Για αυτό το λόγο όλα τα προϊόντα της Çilek έχουν Πιστοποιητικό Υψηλής Ποιότητας και Ασφάλειας

Η οικονομική καταστροφή της Ελλάδας και οι νόμιμες απαιτήσεις επανορθώσεων


Ομιλία του καθηγητή Οικονομικής Ιστορίας
του Πανεπιστημίου Πειραιά
Αθανασίου Καλαφάτη


Ι. Η Δημιουργία του Κατοχικού Δανείου

Η εισβολή του Γερμανικού Στρατού στην Ελλάδα σημαίνει και την «εισβολή στην Ελληνική Οικονομία». Η κάλυψη των αναγκών
συντήρησης των γερμανικών στρατευμάτων και των πολεμικών επιχειρήσεων επιχειρείται, σε μια πρώτη φάση, να καλυφθούν με
την έκδοση χαρτονομίσματος των ιταλικών και γερμανικών Αρχών Κατοχής, που ανταλλάσσονται με ελληνικές δραχμές.

Η πρακτική αυτή θα ισχύσει ως τις 18 Ιουλίου 1941,
οπότε θα επέλθει συμφωνία μεταξύ των δυνάμεων κατοχής και της κατοχικής ελληνικής κυβέρνησης. Με τη συμφωνία αυτή η κάλυψη των αναγκών των Αρχών Κατοχής θα αντιμετωπίζεται με προκαταβολές σε δραχμές, που θα εκδίδονται από την Τράπεζα της Ελλάδος, το δε ποσόν εξαγοράς θα θεωρείται ως επιστροφή και μείωση του χρέους από τις Αρχές Κατοχής.

Σε εκτέλεση της συμφωνίας αυτής ορίστηκε όπως το Ελληνικό Κράτος καταβάλει στο Στρατό Κατοχής 3 δισεκατομμύρια το μήνα για τις δαπάνες Κατοχής. Τα ποσά που τελικά καταβλήθηκαν από τον Αύγουστο του 1941 ως το τέλος Δεκεμβρίου του ιδίου έτους ήταν κατά πολύ μεγαλύτερα από ό,τι όριζε η σχετική συμφωνία.

Σύμφωνα με τον καθηγητή Π. Δερτιλή, στο διάστημα αυτό καταβλήθηκαν από την Τράπεζα Ελλαδος 20 δισεκατομμύρια δραχμές, χωρίς να υπολογισθούν οι δαπάνες των Αρχών Κατοχής που καλύπτονταν από τον ελληνικό προϋπολογισμό.

Και αυτή η υπέρβαση ενός ποσού υψηλά καθοριζόμενου από τη συμφωνία, λάμβανε χώρα όταν η Ελληνική Οικονομία αδυνατούσε να καταβάλει ένα ποσό ανώτερο από 200 εκατομμύρια το μήνα και όταν, επιπλέον, τα έσοδα του τρέχοντος προϋπολογισμού, δηλαδή του έτους 1941- 42 δεν υπερέβαιναν τα 12 δισεκατομμύρια, 9 από τα οποία θα κάλυπταν τις πληρωμές των δημοσίων υπαλλήλων.

Άλλωστε η Ελληνική Οικονομία είχε ήδη υποστεί τις αρνητικές συνέπειες του πολέμου και των πρώτων μηνών της Κατοχής.
Το 1941 το εθνικό εισόδημα υπολογίζονταν σε 25 δισεκατομμύρια πραγματικές δραχμές προπολεμικές, όταν το 1939 είχε φθάσει τα
60 δισεκατομμύρια.


Αυτή η επαχθής επιβάρυνση της Ελληνικής Οικονομίας, με τους φοβερούς κοινωνικούς αντικτύπους της, θα ωθήσει την κατοχική ελληνική κυβέρνηση να ζητήσει την παρέμβαση του Γ´ Ράιχ. Όμως τα αιτήματα αυτά δεν βρίσκουν ανταπόκριση και οι προκαταβολές αυξάνονται, με συνέπεια να αυξάνεται παραπέρα ο πληθωρισμός.

Τελικά, η ολοένα και μεγαλύτερη επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης –και, κατ’ επέκταση, της κοινωνικής– θα οδηγήσει στη συμφωνία της 14ης Μαρτίου 1942.

Η συμφωνία αυτή έγινε στη Ρώμη και την υπέγραψαν οι κυβερνήσεις της Γερμανίας και της Ιταλίας. Τη λύση για την άρση του αδιεξόδου πρότεινε ο Ιταλός τραπεζίτης και οικονομικός πληρεξούσιος της Ιταλίας στην Ελλάδα Ντ’ Αγκοστίνι. Με βάση τη συμφωνία αυτή, οι κατά μήνα αναλήψεις που θα υπερβαίνουν το όριο του 1,5 δισεκατομμυρίου δραχμών, που αντιπροσωπεύουν τα έξοδο Κατοχής, θα χρεώνονταν στην Ελλάδα ως δάνειο προς
τη Γερμανία και την Ιταλία.


ΙΙ. Πολιτική οικονομικού σφετερισμού και επιπτώσεις

Ο σκοπός των καθεστώτων κατοχής συνίστατο στην οικονομική πολιτική της «απόσπασης». Έτσι, βασική αρχή στην οποία προχώρησε η οικονομική διαχείριση των κατακτητών ήταν η μεγαλύτερη δυνατή οικειοποίηση και χρήση των αναγκαίων πόρων από την Ελλάδα.
Η πολιτική αυτή οδηγεί στην επίταξη και κατάσχεση των αποθεμάτων και των παραγωγικών μέσων της χώρας.

Για την πραγματοποίηση των τελευταίων, απαιτούνται μέτρα και μέθοδοι που θα συμβάλλουν στην απόσπαση των κρυμμένων αποθεμάτων, στη σύλληψη της νέας παραγωγής και στην κινητοποίηση της εργασίας. Η επίτευξη των δύο πρώτων στόχων απαιτεί συνεργασία με τον κατακτητή, που γίνεται δυνατή κάτω
από την παροχή χρηματικών αμοιβών. Έτσι, στην αρχή της κατοχής, οι κατακτητές κάνουν χρήση μεγάλης ποσότητας χρήματος για να διευκολύνουν τους συνεργάτες τους και να παρακάμψουν τις δυσκολίες της επίταξης, αγοράζοντας τα αναγκαία αγαθά με το εκδιδόμενο από αυτούς χαρτονόμισμα.

Με τη συμφωνία της 14ης Μαρτίου 1942, θεσμοποιείται παραπέρα αυτός ο τρόπος απόσπασης αγαθών και παραγωγικών πόρων.
Οι ολοένα μεγαλύτερες αντιστάσεις στην επίταξη –αντιστάσεις που συνδέονται με την  ενδυνάμωση του αντιστασιακού κινήματος–
και οι επαυξανόμενες ανάγκες των γερμανικών επιχειρήσεων ωθούν σε επέκταση των δαπανών κατοχής και των πιστώσεων.

Τον Δεκέμβριο του 1942 οι ετήσιες συνολικές δαπάνες κατοχής και πιστώσεις, ανερχόμενες σε 150.000 δισ. δραχμές, θα έχουν επταπλασιαστεί, σε σχέση με τις συνολικές δαπάνες του έτους 1941· τον Δεκέμβρη του 1943 θα έχουν δεκαπενταπλασιαστεί, ανερχόμενες σε 310.000 δισ. δραχμές και τον Σεπτέμβριο του 1944 θα έχουν εξηνταπλασιαστεί –πάντα σε σχέση με το σύνολο του 1941– ανερχόμενες σε 1.130.000 δισ. δραχμές.


Οι δαπάνες αυτές καλύπτονται από νέας κοπής χρήμα και σ’ αυτές προστίθενται και οι δαπάνες του Ελληνικού κράτους, προκαλώντας έτσι μεγάλη επιβάρυνση της νομισματικής κυκλοφορίας πάνω στις τιμές.
Η αύξηση της νομισματικής κυκλοφορίας συνεπάγεται έτσι υποτίμηση της δραχμής που, με τη σειρά της, επιδρά στην κατανομή του εισοδήματος και θίγει πρώτιστα τους μισθωτούς και τους εργάτες. Την ίδια στιγμή η απόκρυψη των αγαθών και ο έλεγχος οδηγούν στη μαύρη αγορά, μέσα και γύρω από την οποία νέα
κοινωνικά στρώματα αναδεικνύονται και άλλα υποχωρούν, καθώς αγοραστές σ’ αυτή την αγορά είναι οι συνεργάτες των κατακτητών
και οι αγοραστές τροφίμων, που ρευστοποιούν τις περιουσίες τους.

ΙΙΙ. Οι υπολογισμοί του Κατοχικού Δανείου

Από την επισκόπηση της σχετικής βιβλιογραφίας διακρίνουμε τους υπολογισμούς, που έχουν γίνει από τους καθηγητές Π. Δερτιλή,
Α. Αγγελόπουλο, Τράπεζα της Ελλάδος και Σπύρο Χατζηκυριάκο, υποδιοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος στα χρόνια της Κατοχής.

Το 1964 ο Σπύρος Χατζηκυριάκος θα υπολογίσει, με τη βοήθεια γερμανικών στοιχείων, τις προκαταβολές λίγους μήνες πριν από το τέλος του πολέμου σε 38 εκατομμύρια λίρες.

Κατά τον Α. Αγγελόπουλο, το ποσό αυτό θα ανέλθει στο τέλος του
πολέμου σε 45 εκατομμύρια λίρες ή 4.050 εκατομμύρια δολάρια, από τα οποία 3.500 εκατομμύρια αφορούν προκαταβολές προς
τη Γερμανία. Το ποσό αυτό, ανατοκιζόμενο με 3%, απέδιδε το 1991, σύμφωνα πάντα με τον Α. Αγγελόπουλο, το ποσό των 13 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Το ποσό αυτό γίνεται δεκτό και από νεότερους ερευνητές. Κατά μια άλλη πρόσφατη εκτίμηση, το ποσό του Κατοχικού δανείου σε σημερινές τιμές είναι 18 δισεκατομμύρια δολάρια.

IV. Οι υπολογισμοί των Πολεμικών Επανορθώσεων

Οι πολεμικές επανορθώσεις, σύμφωνα με τον καθηγητή Α. Αγγελόπουλο, αφορούν τις καταστροφές (ζημιές) που προξένησε
ο κατακτητής στον υλικό και τεχνικό πλούτο και το γενικότερο οπλισμό της χώρας. Άλλοι μελετητές ενσωματώνουν στο ποσό αυτό ό,τι αφαίρεσε και λήστεψε από τον εθνικό πλούτο ο κατακτητής.

Μερικοί ακόμη υπολογίζουν τις ζημιές στο έμψυχο εθνικό κεφάλαιο και στο εθνικό εισόδημα, όπως και τις ζημιές από την καθυστέρηση
των αποζημιώσεων, ενώ σε ορισμένες εκτιμήσεις συμπερι-λαμβάνονται μόνο οι θετικές ζημιές και σ’ άλλες υπολογίζονται και οι
μελλοντικές συνέπειες από τις ζημιές.

Εκτιμήσεις συστηματικές για το σύνολο των ζημιών αυτών δεν έχουμε. Από την επισκόπηση της σχετικής βιβλιογραφίας έχουμε τους παρακάτω υπολογισμούς, που άλλοι αναφέρονται στο σύνολο των απαιτήσεων και άλλοι στην περίοδο της Κατοχής.

Οι υπολογισμοί του Α. Μπακάλμπαση, το 1945

Οι εκτιμήσεις αυτές αναφέρονται σε όλες τις πολεμικές ζημιές (υλικός εθνικός πλούτος, έμψυχο εθνικό κεφάλαιο, μειώσεις εθνικού εισοδήματος, καθυστέρηση επανορθώσεων) για την περίοδο της Κατοχής και ανεβάζουν το συνολικό ποσό των ζημιών σε 1.138 εκατομμύρια χρυσές λίρες Αγγλίας σε προπολεμική αγοραστική δύναμη.

Εκτιμήσεις της Ελληνικής Υπηρεσίας Δημοσίων Έργων το 1944 για την περίοδο της Κατοχής
Πρόκειται για πρόχειρη εκτίμηση, που υπολογίζει τις συνολικές ζημιές σε 1 δισεκατομμύρια χρυσές λίρες.

Υπολογισμός του Α. Αγγελόπουλου, το 1946
Οι εκτιμήσεις αυτές υπολογίζονται μόνο στον υλικό πλούτο και σε ζημιές θετικές για την περίοδο της Κατοχής. Οι ζημιές αυτές διακρίνονται α) σε ζημιές τεχνικού πλούτου, β) σε ζημιές γεωργικού πλούτου και γ) σε ζημιές έργων και μέσων ασφαλείας της χώρας.  Το σύνολο των ζημιών, σύμφωνα με αυτούς τους υπολογισμούς, ανέρχεται σε 3.172 εκατομμύρια δολάρια.

Εκτίμηση-δήλωση του Α. Σμπαρούνη το 1946 στο Παρίσι: Σύμφωνα με αυτήν, οι συνολικές επανορθώσεις ανέρχονται σε     12 δισεκατομμύρια αγοραστικής αξίας 1938.

Πέρα από τους υπολογισμούς, η «Διασυμμαχική Επιτροπή», η οποία συνήλθε στο Παρίσι στις 14 Ιανουαρίου 1946 για το διακανονισμό των γερμανικών επανορθώσεων, αναγνωρίζει ως οφειλή της Γερμανίας προς την Ελλάδα το ποσό των 7,1 δισεκατομμυρίων δολαρίων ΗΠΑ αγοραστικής αξίας 1938.


Νεότεροι υπολογισμοί: Με βάση τις προηγούμενες εκτιμήσεις και με πρόσθετα στοιχεία, άλλοι ερευνητές υπολογίζουν τις επανορθώσεις και μόνο για τις θετικές ζημιές σε 8,21 δισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ αγοραστικής αξίας 1938, που, ανατοκιζόμενα με 3%, ανέρχονται σήμερα σε 40 δισεκατομμύρια δολάρια.


Άλλος υπολογισμός: Σε νεότερες προσεγγίσεις, που επιχειρούνται στο βιβλίο του Μ. Κωστόπουλου Ένας πόλεμος που δεν έληξε ακόμη, παρουσιάζονται νέα στοιχεία, που δείχνουν ότι το 1944 οι ζημιές υπερβαίνουν το αναφερόμενο προηγούμενο των 8,21 δισ. δολαρίων σε τιμές 1938 και φθάνουν σήμερα τα 61 δισεκατομμύρια δολάρια.

Σήμερα οι ελληνικές απαιτήσεις για πολεμικές επανορθώσεις περιλαμβάνουν πέντε κατηγορίες: 

α) Απαιτήσεις Α´ Παγκοσμίου πολέμου,
β) Απαιτήσεις περιόδου ουδετερότητας,
γ) Απαιτήσεις για καταστροφές Β´ Παγκοσμίου πολέμου,
δ) Επιστροφή αρχαιολογικού Θησαυρού και
ε) Λοιπές απαιτήσεις.
Στις λοιπές απαιτήσεις περιλαμβάνονται και αποζημιώσεις για τα θύματα της ναζιστικής τραγωδίας.

Σύμφωνα με το Υπουργείο Εξωτερικών, για την περίοδο του Α´ Παγκοσμίου πολέμου, οι απαιτήσεις είναι 260 εκατομμύρια
δολάρια ΗΠΑ, για την περίοδο ουδετερότητας 153 εκατομμύρια δολάρια, για την περίοδο του Β´ Παγκοσμίου πολέμου, 7,1 δισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ 1946.

V. Συμπεράσματα
Από τη συνοπτική αυτή ανάλυση διαπιστώνονται τα ακόλουθα:

Το Κατοχικό δάνειο, με τη μορφή των προκαταβολών της Τράπεζας της Ελλάδος στις Αρχές Κατοχής, έχει συμβάλει αποφασιστικά στη νομισματική αποσταθεροποίηση της χώρας, που δεν μπόρεσε να ξεπερασθεί με τη νομισματική διαρρύθμιση της 11ης Νοεμβρίου 1944, και έχει συντελέσει στην επαύξηση των θυμάτων του πολέμου και της πείνας.

Ταυτόχρονα, μέσω του πολεμικού υπερπληθωρισμού –κυρίως την περίοδο 1943-1944– αναδείχθηκε ένα ιδιαίτερο κοινωνικό στρώμα, «οι πλουτίσαντες από τον πληθωρισμό», στρώμα που επέβαλε αρνητικούς κανόνες οικονομικής συμπεριφοράς και κληροδότησε σημαντικές καθυστερήσεις και αγκυλώσεις στην ελληνική κοινωνία.

Η μορφή οικονομικού σφετερισμού, που επέβαλαν οι γερμανικές Αρχές Κατοχής, αποτέλεσε πλαίσιο εντός του οποίου έγινε η καταλήστευση του εθνικού πλούτου και οδήγησε στο Κατοχικό δάνειο. Αυτή η πολιτική δεν έχει προηγούμενο στη φιλολογία των κατεχομένων οικονομιών, είναι έξω από τα ισχύοντα διεθνή νόμιμα
και επιστρέφει την ανθρωπότητα στα συμβαίνοντα ακόμη και πριν από τους ναπολεόντειους πολέμους.

Οι πολεμικές επανορθώσεις διαχωρίζονται τελείως από το Κατοχικό δάνειο. Για τις μεθοδεύσεις και τα πρακτικά μέτρα, τα αναγκαία για τις διεκδικήσεις των ελληνικών αιτημάτων, υπάρχουν σήμερα αποτιμήσεις των συνολικών αποζημιώσεων, που μπορεί να αποτελέσουν μια πρώτη βάση, συμπληρωμένες με νέες εκτιμήσεις.


Τελειώνοντας, θα ήθελα να υπογραμμίσω τα παρακάτω:

Το αίτημα για την επιστροφή του Κατοχικού δανείου και της καταβολής των πολεμικών επανορθώσεων, εδραζόμενο στην πάγια αρχή του διεθνούς δικαίου ότι «επιβάλλεται στην εισβάλουσα χώρα Κατοχής, που προκαλεί ζημιές, να τις επανορθώσει», μπορεί να τύχει μιας καθολικής αποδοχής από τους ανθρώπους καλής θέλησης, σ’ όλο τον κόσμο και μέσα στην ίδια τη Γερμανία, αποτελώντας μια ηθική δικαίωση στον αγώνα για το σεβασμό των δικαιωμάτων των
μικρών λαών.

Η ικανοποίηση αυτού του αιτήματος αποτελεί ακόμη ένα φόρο τιμής για τους Έλληνες πολίτες που θυσιάστηκαν στο Β´ Παγκόσμιο πόλεμο.

--------------
Charmy.gr  
Το charmy.gr ήρθε για να ταράξει τα νερά στο online fashion shopping.Μοναδικές χειροποίητες δημιουργίες και αξεσουάρ μάδας όπως βραχιόλια, κολιέ, δαχτυλίδια σκουλαρίκια, τσάντες , φουλλάρια ακόμα και γυαλιά ηλίου σε τιμές που δεν τα έχετε ξαναδεί!! 

Εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας κολαζόμενα από το Διεθνές Δίκαιο


Ομιλία του νομάρχη Βοιωτίας, νομικού, πρώην ευρωβουλευτή, Γιάννη Σταμούλη

Αγαπητοί φίλοι,
Είναι εκτός πάσης αμφιβολίας ότι η σημερινή εκδήλωση δίδει ιδιαίτερη βαρύτητα σε μια προσπάθεια η οποία, επιτέλους, έπρεπε να δρομολογηθεί, αφού περισσότερος από μισός αιώνας πέρασε από τότε που η ναζιστική λαίλαπα προκάλεσε τόσες και τέτοιες καταστροφές στη χώρα και, όπως εύστοχα παρατηρήθηκε και απόλυτα τεκμηριωμένα, απαιτείται ακαθάριστο εθνικό προϊόν διάρκειας 35 ετών για να καλύψει ζημιές που προκλήθηκαν από τη ναζιστική λαίλαπα στο διάστημα της Κατοχής. [...]

Είναι ίσως χρήσιμο να σημειωθεί εδώ ότι το όλο πρόβλημα των επανορθώσεων, δηλαδή και το «Δάνειο» και οι κατά κυριολεξία επανορθώσεις των δημοσίων περιουσιακών στοιχείων και οι επανορθώσεις ζημιών που προκλήθηκαν σε ιδιωτικές περιουσίες και σε άτομα που εξοντώθηκαν, οφείλονται σε ενέργειες που χαρακτηρίζονται από το Δημόσιο Διεθνές Δίκαιο εγκλήματα κολαζόμενα από αυτό το Δίκαιο.

Πρέπει να γίνει γνωστό και να περάσει στην κοινή γνώμη απλοποιημένη η νομική πλευρά του όλου θέματος, ότι:

Το Διεθνές Δίκαιο χαρακτηρίζει ορισμένα εγκλήματα ως εγκλήματα διεθνή – προβλεπόμενα, δηλαδή, και τιμωρούμενα από το Διεθνές Ποινικό Δίκαιο. Αυτές οι διατάξεις, αυτά τα κείμενα, έχουν κωδικοποιηθεί στον Κώδικα του Δικαστηρίου της Νυρεμβέργης και χαρακτηρίζουν τις αξιόποινες δραστηριότητες που λαμβάνουν χώρα επ’ ευκαιρία πολέμου.
Χαρακτηρίζονται αφενός μεν ως εγκλήματα κατά της ειρήνης, δεύτερη κατηγορία – εγκλήματα πολέμου και τρίτη κατηγορία – εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας.

Η Ελλάς υπέστη τις συνέπειες τέτοιων ανθρωπίνων δραστηριοτήτων, που συνιστούν και τα τρία εγκλήματα. Δηλαδή:

Υπήρξε θύμα «εγκλήματος κατά της ειρήνης», διότι έγκλημα κατά της ειρήνης χαρακτηρίζεται ο σχεδιασμός, η προπαρασκευή και η εκτέλεση επιθετικού πολέμου, οσάκις λαμβάνει χώρα επιθετικός πόλεμος.
Και είναι εκτός πάσης αμφιβολίας ότι ο πόλεμος που κηρύχθηκε κατά της χώρας μας από τις δυνάμεις του άξονος, δηλαδή και από την Ιταλία και τη Γερμανία, συνιστούσε επιθετικό πόλεμο, εναρκτήριο λάκτισμα του οποίου υπήρξε η καταβύθιση της «Έλλης», στις 15 Αυγούστου του ’40, επακολούθησε η κήρυξη του Ελληνοϊταλικού πολέμου, καθαρά επιθετικού, στο τέλος έκλεισε ο κύκλος με την κήρυξη του Γερμανικού πολέμου, στις 6 Απριλίου 1941.

Συνεπώς, ό,τι προέκυψε ως επιζήμια συνέπεια από τη διάπραξη αυτών των εγκλημάτων κατά της ειρήνης, δηλαδή η διαδοχική κήρυξη πολέμων επιθετικών, αποτελεί νόμιμη αιτία διεκδικήσεως των οφειλομένων αποζημιώσεων, συνεπεία της ευθύνης του Γερμανικού Δημοσίου στη συγκεκριμένη περίπτωση, από τη δραστηριότητα την αξιόποινη των οργάνων του της εποχής εκείνης. Αυτό έχει μια ιδιαίτερη σημασία, κυρίως σε ό,τι αφορά τα έξοδα κατοχής. Διότι ναι μεν κατά το Διεθνές Δίκαιο, σε περίπτωση πολέμου όχι επιθετικού (μη δυναμένου να χαρακτηρισθεί ως επιθετικού), τα έξοδα κατοχής –δηλαδή τα έξοδα διαβιώσεως των δυνάμεων κατοχής– βαρύνουν την κατεχόμενη χώρα, αλλά τούτο δεν μπορεί να ισχύει οσάκις η κατεχόμενη χώρα υπήρξε θύμα εγκλήματος κατά της ειρήνης, όπως η συγκεκριμένη περίπτωση.

Συνεπώς, οι αξιώσεις της Ελλάδος περιλαμβάνουν τόσο τα έξοδα κατοχής όσο και το Δάνειο, το σύνολο των ζημιών που προκλήθηκαν σε δημόσια έργα και εγκαταστάσεις και, τέλος, το σύνολο των ζημιών, που προκλήθηκαν σε ιδιωτικές περιουσίες και σε πρόσωπα, τα οποία έγιναν θύματα των ομαδικών και απάνθρωπων εκτελέσεων, διότι όλα αυτά –τα δεύτερα– συνιστούν εγκλήματα: και εγκλήματα πολέμου και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα εγκλήματος κατά της ανθρωπότητας είναι η Σφαγή του Διστόμου.

Στις 10 Ιουνίου 1944, όπως είναι ευρέως γνωστό, το Δίστομο έγινε παρανάλωμα του πυρός αφ’ ενός και, αφ’ ετέρου, υπέστη μίαν σφαγήν, με τέτοιαν αγριότητα, με τέτοιο μίσος και πάθος κατά του ανθρωπίνου είδους, που πολύ φοβούμαι ότι ωχριούν μπροστά σε οποιεσδήποτε άλλες ανάλογες επιδόσεις στη διαδρομή της ανθρώπινης και της ελληνικής ιστορίας.

Είναι χαρακτηριστική μια επιστολή, η οποία εγράφη την επομένη της σφαγής του Διστόμου από τον τότε Κατοχικό Νομάρχη προς τον τότε Κατοχικό Υπουργό Εσωτερικών. Η ανάγνωση αυτού του κειμένου προκαλεί ρίγη στην κυριολεξία.
Όταν περιγράφει π.χ. τη σφαγή του ιερέως του χωριού, ο οποίος αποκεφαλίστηκε και ευρέθη το κεφάλι του με εξορυγμένους τους οφθαλμούς, όταν περιγράφει το ξεκοίλιασμα εγκύου γυναικός και την περιτύλιξη των εντέρων πέριξ του σώματος και αποκεφαλισμού της, όταν περιγράφει αποκεφαλισμό νηπίου, με κομμένη εις το στόμα του την θηλή του μαστού της μητρός του, διερωτάται κανείς:

Είναι δυνατόν να έχουμε τέτοιου είδους αγριότητα εις το ανθρώπινον είδος; Υπήρξε αυτό το τραγικό φαινόμενο, κάτι το οποίον αποδοκιμάζει έντονα κάθε λογικός άνθρωπος.
Ανάλογη συμπεριφορά υπήρξε σε πάρα πολλές πόλεις και χωριά της Ελλάδος: στα Καλάβρυτα, στο Κομμένο, στη Βιάνο, στον Χορτιάτη κ.ο.κ.

Μπροστά σε αυτό το φαινόμενο –το οποίο έχουν βιώσει περισσότερο από κάθε άλλον οι παριστάμενοι και τιμώντες την αποψινή εκδήλωση αντιστασιακοί της χώρας– ερωτάται ποια πρέπει να είναι η συμπεριφορά μας πλέον και τι πρέπει να κάνομε έναντι της σημερινής Γερμανίας, η οποία αποτελείται, θέλομε να πιστεύουμε, από ένα λαό, ο οποίος υπήρξε επίσης θύμα αυτού του απάνθρωπου καθεστώτος, του ναζιστικού καθεστώτος.

Σε μια συνέντευξη που μου ζητήθηκε από τη γερμανική τηλεόραση, ρωτήθηκα πώς θεωρώ ότι πρέπει να συμπεριφερθεί η σημερινή γερμανική νεολαία στο εκκρεμές θέμα των οφειλομένων επανορθώσεων. Και, βεβαίως, θα μπορούσε να ειπεί κανείς, ότι είναι μακράν των σκέψεων των Ελλήνων η αρχή του «αμαρτίαι γονέων παιδεύουσι τέκνα».

Δεν ζητούμε από τη σημερινή Γερμανία να πληρώσει τις αμαρτίες των ναζιστικών προγόνων της, κάθε άλλο. Εκείνο το οποίο επιβάλλει την εκπλήρωση της υποχρεώσεως της γερμανικής πλευράς έναντι του δεινοπαθήσαντος ελληνικού λαού είναι το γεγονός ότι: αμέσως μετά τον πόλεμο, τη λήξη του πολέμου, τα εμπόλεμα κράτη –περιλαμβανομένης και της Ελλάδος– επέδειξαν όχι απλώς μεγαλοψυχίαν, επέδειξαν κάτι το πρωτοφανές ευνοϊκό για ένα ηττημένο κράτος. [...]

Είναι γνωστό σε όλους ότι με μια σύμβαση, που υπεγράφη στο Λονδίνο το 1953, δεχθήκαμε και εμείς –το ελληνικό κράτος– να ανασταλεί πάσα διεκδίκηση οφειλών της Γερμανίας (δάνεια, κλήρινγκ, οτιδήποτε) μέχρις υπογραφής της Συνθήκης Ειρήνης.

Και Συνθήκη Ειρήνης με τη Γερμανία υπεγράφη τον Σεπτέμβριο του 1990 στη Μόσχα, μεταξύ των δύο Γερμανιών και των τεσσάρων δυνάμεων (Αγγλίας, Αμερικής, Γαλλίας και Σοβ. Ενώσεως – τότε), διά της οποίας ενοποιήθηκε η Γερμανία, έπαψε η κατοχή των γερμανικών εδαφών από τις συμμαχικές δυνάμεις και το γερμανικό κράτος ανέκτησε πλήρως τα κυριαρχικά του δικαιώματα.

Πρέπει να γίνει γνωστό ότι τα άλλα εμπόλεμα με την Ελλάδα κράτη, δηλαδή η Ιταλία και η Βουλγαρία, υπέγραψαν συνθήκη ειρήνης μετά της Ελλάδος και επλήρωσαν επανορθώσεις. Μικρά μεν ποσά –δεν έχει σημασία– αλλά πλήρωσαν επανορθώσεις.
Με τη Γερμανία δεν συνέβη το ίδιο. Συνεπώς, το θέμα των οφειλών της Γερμανίας από τον Β´ Παγκόσμιο πόλεμο δεν αποτελεί απλώς χρέος των τέκνων για αιτία οφειλόμενη στους γονείς· το χρέος αποτελεί υποχρέωση η οποία απορρέει από μια μεταχείριση η οποία επιδείχθηκε έναντι της ηττημένης Γερμανίας από τα εμπόλεμα κράτη, περιλαμβανομένης και της Ελλάδος, η οποία μεταχείριση επέτρεψε να αναπτυχθεί η Γερμανία και να προοδεύσει στην περίοδο της Ειρήνης.

Έτσι, νομίζουμε, ότι πλέον ο σημερινός γερμανικός λαός, αυτός ο οποίος επίσης δεινοπάθησε από το ναζιστικό καθεστώς, αναγνωρίζοντας την προσφορά που του έγινε από πλευράς και Ελλάδος, οφείλει ν’ ανταποκριθεί σε αυτή την ανεκπλήρωτη υποχρέωσή του.

Αντιλαμβάνεσθε, κυρίες και κύριοι, ότι από το 1990, οπότε πλέον ανεβίωσε η υποχρέωση της Γερμανίας, έπαψε και η αναστολή ως προς τη διεκδίκηση των οφειλομένων αποζημιώσεων και επανορθώσεων.

Αλλά από το 1990 δεν είχε ανακινηθεί θέμα διεκδικήσεως αποζημιώσεως. Το 1995 θεώρησα ότι είχαμε υποχρέωση, από πλευράς Νομαρχιακής Διοίκησης Βοιωτίας, ακριβώς επειδή η Βοιωτία είχε πληρώσει βαρύ φόρο αίματος στο διάστημα της γερμανικής κατοχής, να ανακινήσουμε το θέμα· και επιλέξαμε τη μόνη οδό, η οποία μπορούσε να αποδώσει αποτέλεσμα – και η οδός ήταν μόνον η δικαστική.

Γι’ αυτό το λόγο καλέσαμε τους κατοίκους του Διστόμου, εφόσον θα έκριναν ότι ήθελαν να διεκδικήσουν τις αποζημιώσεις του Διεθνούς Δικαίου, που είχαν δικαίωμα να εισπράξουν δικαστικώς, να εξουσιοδοτήσουν το Νομάρχη Βοιωτίας, ώστε για λογαριασμό τους να εκκινήσει τη σχετική δικαστική διαδικασία.
Όταν πήραμε αυτή την πρωτοβουλία πολλοί κούνησαν με περίσκεψη το κεφάλι τους, άλλοι μας εχλεύασαν!

Πιστεύω, όμως, ότι αυτές οι πρώτες αντιδράσεις υπεχώρησαν και ήδη έχει γίνει πανελλήνια συνείδηση η ανάγκη της ενεργοποιήσεως και της διεκδικήσεως στον τομέα των επανορθώσεων, και γι’ αυτό ακριβώς παρατηρείται το φαινόμενο της ασκήσεως αγωγών σε πανελλήνια κλίμακα, των εθνικών Δικαστηρίων, τα οποία είναι και αρμόδια να δικάσουν αυτές τις υποθέσεις.
Επιτρέψτε μου να παρατηρήσω ότι η θέση της σημερινής Γερμανίας, που ισχυρίζεται ότι δεν μπορεί να δικαστεί από τα εθνικά Δικαστήρια, είναι και εσφαλμένη και αντίθετη στο Διεθνές Δίκαιο.

Τα εθνικά Δικαστήρια έχουν δικαίωμα να εκδικάσουν υποθέσεις καταβολής αποζημιώσεων, οι οποίες οφείλονται σε αξιόποινη δραστηριότητα που έλαβε χώρα στην περιφέρειά τους, και οι παθόντες δεν είναι υποχρεωμένοι να προσφύγουν στα γερμανικά δικαστήρια προς εκδίκαση αυτών των υποθέσεων, ούτε το γερμανικό Δημόσιο απολάβει του δεδηλωμένου δικαιώματος ετεροδικίας. Και είναι εξαιρετικά επίκαιρο το περιστατικό, που μόλις πριν λίγη ώρα ανακοινώθηκε από τα Μέσα Ενημέρωσης, η απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Μεγάλης Βρετανίας, του Δικαστηρίου της Βουλής των Λόρδων, το οποίον δεν ανεγνώρισε δικαίωμα ετεροδικίας υπέρ του δικτάτορα Πινοσέτ και έκρινε ότι μπορεί να δικαστεί από τα κατά τόπους εθνικά Δικαστήρια στις περιοχές των οποίων έλαβαν χώρα εγκλήματα αποδοκιμαζόμενα από το Διεθνές Δίκαιο.

Αποκτά ιδιαίτερη βαρύτητα η απόφαση αυτή του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Μεγάλης Βρετανίας, ακριβώς γιατί η Μεγάλη Βρετανία είναι μια χώρα τρίτη, εις το έδαφος της οποίας βρέθηκε ο Πινοσέτ, συνελήφθη συνεπεία εντάλματος εκδοθέντος από τις ισπανικές Αρχές και το Ανώτατο Δικαστήριο μιας τρίτης χώρας, στην προκειμένη περίπτωση της Μεγάλης Βρετανίας, η οποία δεν κράτησε τον Πινοσέτ να τον δικάσει για δικό της λογαριασμό, έκρινε ότι το Διεθνές Δίκαιο δεν αναγνωρίζει δικαίωμα ετεροδικίας επί τέτοιων αξιοποίνων δραστηριοτήτων, που συνιστούν εγκλήματα κατά της ανθρωπότητος, για όσα έπραξε σε βάρος Ισπανών υπηκόων.

Νομίζω ότι η άποψη την οποία υποστηρίζει η γερμανική κυβέρνηση, το Υπουργείο Εξωτερικών της σημερινής γερμανικής Κυβέρνησης, είναι εσφαλμένη. Και, χωρίς να θέλω να προδικάσω τίποτε, πιστεύω, ότι το ακυρωτικό μας, ο Άρειος Πάγος, στον οποίο έχει προσφύγει το γερμανικό Δημόσιο κατά της αποφάσεως του Πρωτοδικείου Λιβαδειάς για τη σφαγή του Διστόμου, με την οποία αναίρεση ισχυρίζεται ότι κακώς κρίθηκε ότι δεν απολάβει του δικαιώματος της ετεροδικίας, θα δικαιώσει και θα επικυρώσει την ορθή απόφαση που εξέδωσαν οι δικαστές του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Λιβαδειάς.

Το θέμα το οποίο ανακύπτει είναι:

Ποια είναι η εφεξής πορεία σε ό,τι αφορά τη διεκδίκηση των οφειλομένων επανορθώσεων, εφόσον τελεσιδικήσει η απόφαση της Λιβαδειάς ή και άλλων Δικαστηρίων της χώρας;

Πώς θα εισπραχθούν εκείνα τα οποία έχουν επιδικαστεί υπέρ των θυμάτων, των οικείων των θυμάτων και των υποστάντων καταστροφές;

Πρέπει να λεχθεί ότι αυτές οι αποφάσεις είναι εκτελεστές και στη Γερμανία και επί περιουσιακών στοιχείων του γερμανικού Δημοσίου οπουδήποτε και αν ευρίσκονται.[...]

Κυρίες και κύριοι, σε μια επίσκεψη στη Γερμανία, όπου είχα την τιμή να προσκληθώ, συζήτησα με εκπροσώπους όλων των κομμάτων, και των πέντε που είναι στη γερμανική Βουλή σήμερα, δηλαδή CDU (Χριστιανοδημοκράτες), Φιλελεύθερους, Σοσιαλδημοκράτες, Πράσινους και Σοσιαλιστές.

Και πρέπει να σας πω ότι η άποψη όλων των εκπροσώπων των κομμάτων, βεβαίως, ήταν υπέρ των ελληνικών απόψεων.
Επιτρέψατέ μου να έχω την άποψη ότι οι τοποθετήσεις του καγκελάριου Κολ και του πρώην Υπουργού Εξωτερικών Κλάους Κίνκελ προφανώς εξέφραζαν τις υπηρεσιακές θέσεις του μηχανισμού του Υπουργείου των Εξωτερικών και δεν αποτελούσαν πολιτική θέση του γερμανικού Δημοσίου.
Συμπερασματικά, νομίζω ότι η πρωτοβουλία που έχει αναληφθεί από το «Εθνικό Συμβούλιο» και την «Ενωμένη Εθνική Αντίσταση», συνεχίζοντας μια πρωτοβουλία στην οποία πρωτοστατεί ο Μανώλης Γλέζος, για την έναρξη και την προώθηση ενός γόνιμου διαλόγου μεταξύ Ελλάδος και Γερμανίας, θα αποδώσει καρπούς.

Και θέλω με αυτή την ευκαιρία να εκφράσω τα ιδιαίτερα συγχαρητήριά μου προς τον παριστάμενο Αντιπρόεδρο της Βουλής κ. Αποστολίδη, ο οποίος θ’ αναλάβει μια πρωτοβουλία με την έγκριση του Προέδρου της Βουλής κ. Κακλαμάνη για τη δημιουργία μιας διακομματικής Επιτροπής, η οποία θα έχει και την πρωτοβουλία των πολιτικών χειρισμών που πρέπει να γίνουν, και είναι απολύτως αναγκαία για να οδηγηθούμε σ’ ένα ευχάριστο αποτέλεσμα.

Πρέπει να σας πω ότι στη Γερμανία έχουμε πολλούς συνηγόρους του αιτήματός μας. Δεν είναι τυχαίο ότι η Γερμανίδα βουλευτής Ούλα Γιέλσεν, σε μια τελευταία εκδήλωση που έγινε, με πρωτοβουλία της Ελληνικής Κοινότητος του Ντύσελντορφ και αντιστασιακών γερμανικών οργανώσεων –στην οποία είχαμε την τιμή να κληθούμε ο κύριος Γλέζος και εγώ– είπε το εξής επιγραμματικό:

Θεωρεί ντροπή για τη σημερινή Γερμανία ο κρατικός της προϋπολογισμός να έχει πίστωση 12 δισεκατομμυρίων μάρκων για καταβολή συντάξεων των SS, αντί να διαθέσει αυτές τις πιστώσεις για την πληρωμή των τραγικών θυμάτων των SS.

Όταν ακούγονται τέτοιες φωνές στη Γερμανία, στο γερμανικό Κοινοβούλιο, όταν διακεκριμένοι καθηγητές του Διεθνούς Δικαίου, όπως είναι ο δόκτωρ Πεκ, καθηγητής του Διεθνούς Δικαίου στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου, ο οποίος δηλώνει ότι η απόφαση για το Δίστομο είναι νομικά άψογη και απόλυτα τεκμηριωμένη, όταν διακεκριμένοι δημοσιογράφοι, οι οποίοι παρευρέθηκαν και στη συγκέντρωση του Ντύσελντορφ, γεμίζουν τα φύλλα των γερμανικών εφημερίδων με την υπόθεση του Διστόμου, με την υπόθεση των Καλαβρύτων, με την υπόθεση του Κομμένου Άρτας, με την υπόθεση όλων των μαρτυρικών πόλεων και χωριών, διατηρούν το θέμα στην επικαιρότητα και εμφανίζεται μια έντονη κινητικότητα αυτό τον καιρό, και από γερμανικής πλευράς, έχω την εντύπωση, κυρίες και κύριοι, ότι δεν δικαιούμεθα να υπνώττουμε.

Και, από την άποψη αυτή, εάν υλοποιηθεί η πρωτοβουλία της Βουλής των Ελλήνων για τη δημιουργία της διακοινοβουλευτικής Επιτροπής και εάν οι έχοντες την πρωτοβουλία της σημερινής συγκεντρώσεως συντονίσουμε τις ενέργειές μας, πιστεύω ότι σύντομα θα έχουμε το ευχάριστο αποτέλεσμα, να εκπληρωθούν επιτέλους οι υποχρεώσεις που βαρύνουν το Γερμανικό Δημόσιο, έστω και μετά από μισό αιώνα, από τότε που έλαβαν χώρα τα όσα κακουργήματα τελέσθηκαν εις τη χώρα μας.

Ευχαριστώ πάρα πολύ. 
Ομιλία του νομάρχη Βοιωτίας, νομικού, πρώην ευρωβουλευτή, Γιάννη Σταμούλη.
---------------------------------

 Προσφορά από

Πατήστε εδώ  

Eπώνυμα προϊόντα


BrandsGalaxy.gr



Το πρώτο Private Shopping Club στην Ελλάδα για αυτούς που αγαπούν την μόδα και τα brands... σε μοναδικές τιμές!

 

Η brandsGalaxy
είναι ο αποκλειστικός προορισμός αγορών για επώνυμα προϊόντα ένδυσης, υπόδησης, αξεσουάρ και είδη σπιτιού.


Αποτελείται από έξυπνους χρήστες που απολαμβάνουν να αγοράζουν επώνυμα προϊόντα καθώς και μοναδικά είδη μόδας σε απίστευτες τιμές.
 

Τετάρτη 17 Οκτωβρίου 2012

Η ηθική όψη του ζητήματος των γερμανικών πολεμικών επανορθώσεων

Η ηθική όψη του ζητήματος των γερμανικών πολεμικών
επανορθώσεων στα θύματα και στα επιζήσαντα θύματα του
Β´ Παγκοσμίου πολέμου



Ομιλία του Pfarrer Michael Schweitzer,
της Ευαγγελικής Εκκλησίας
των Γερμανογλώσσων εν Ελλάδι
.


1. Πιθανόν η λέξη επανόρθωση να ανταποκρίνεται στον εννοούμενο σκοπό της. Αυτή τη λέξη την αντιλαμβάνομαι ως την εργασία
της αναστήλωσης. Ωστόσο βασίζομαι σ’ αυτό, ότι δηλαδή κατά τη διάρκεια αυτής της επανορθωτικής εργασίας συχνά αντιστρέφονται οι ρόλοι: αυτός ο οποίος είναι γεμάτος μετάνοια ενώπιον των εγκλημάτων του και θέλει να αναστηλώσει τον άλλο, συνειδητοποιεί ότι εξαρτάται απ’ αυτόν μέσω του οποίου πρέπει να αναστηλωθεί και αυτός.
2. Ελπίζω, ύστερα από 50 χρόνια, να αποφασίσει επιτέλους η Γερμανία να αποζημιώσει τα θύματα και τους επιζήσαντες στην Ελλάδα. Αποφασιστικό ρόλο παίζει το πνεύμα μέσα στο οποίο θα συμβεί αυτό.
3. Ο τωρινός πρόεδρος του Ο.Δ.Γ., κύριος Roman Herzog, είχε αναφέρει τον Αύγουστο του 1994 στη Βαρσοβία, με αφορμή την πεντηκοστή επέτειο της επανάστασης στο γκέτο της Βαρσοβίας, τα ακόλουθα: Μπορείτε εσείς να συγχωρέσετε τον λαό μου, για τα εγκλήματα που σας έχει κάνει στο όνομα της Γερμανίας;
4. Γνωρίζουμε όλοι ότι η απάντηση είναι Όχι. Κανένας Έλληνας δεν μπορεί να πει: Συγχωρώ τους Γερμανούς, οι οποίοι είναι υπεύθυνοι για τα εγκλήματα στο Δίστομο, στα Καλάβρυτα, στο Βιάνο, στην Κλεισούρα, στο Κομμένο, στη Μεγαλόπολη και αλλού.
5. Κανείς δεν μπορεί να αρθρώσει τη λέξη συγνώμη για το ανομολόγητο, που έπραξαν οι Γερμανοί εκατομμύρια φορές στο
Auschwitz, στο Maidanek, στην Treblinka, στο Buchenwald, στο Mauthausen, στο Belzec, στο Solibor, στο Chelmno, στο Ponary, στο Theresienstadt, στη Warschau, στη Wilna, στο Skazysko, στο Bergen-Belsen, στο Janow, στο Dora, στο Neuengamme, στο Pustkow...
6. Εγώ κατανοώ την παραπάνω ερώτηση του κυρίου Roman Herzog, αλλάζοντάς την κατ’ αυτό τον τρόπο: Μπορείτε να βοηθήσετε το λαό μου με ορθό τρόπο να αντιληφθεί τι εγκλήματα έκανε σε σας, στο όνομα της Γερμανίας;
7. Τη λέξη επανόρθωση θα ήθελα να την αναγράψω με: να βοηθήσει ο ένας τον άλλο, ώστε να μην υποκύψει στον εξαναγκασμό της επανάληψης. Ο τότε ομοσπονδιακός πρόεδρος Richard von Weizsacker είχε αναφέρει, στις 8 Μαΐου του 1985, με αφορμή την τεσσαρακοστή επέτειο του τέλους του Β´ Παγκοσμίου πολέμου τα εξής: «Όποιος δεν θέλει να θυμάται την απανθρωπιά, γίνεται πάλι ευπρόσβλητος σε νέους κινδύνους μεταδόσεως».
8. Η μνήμη είναι μια κοπιαστική εργασία για τα θύματα και τους επιζήσαντες, συνδεδεμένη με μεγάλο πόνο, έντονη θλίψη, σίγουρα και με τεράστιο φόβο και μ’ ένα συναίσθημα που είναι δύσκολο να το περιγράψει κανείς, αυτό του ολικού κενού, του παραλογισμού, της εγκατάλειψης, ένα συναίσθημα το οποίο σίγουρα θα οδήγησε πολλούς στο να χάσουν τα λογικά τους ή ακόμη και στην αυτοκτονία.
9. Η μνήμη για τους δράστες και για τους απογόνους τους μοιάζει σε πολλά εάν φτάσει εις βάθος, εάν καταφέρει να σπάσει τα δεσμά των μηχανισμών αυτοάμυνας, τους οποίους θέτουμε σε λειτουργία, όταν θέλουμε ν’ αποφύγουμε την ντροπή, την ενοχή και τη θλίψη.
10. Σχετικά με την αυτοκριτική: Εμείς οι Γερμανοί έχουμε ανεπαρκώς δουλέψει πάνω στη διαδικασία της μνήμης. Όσον αφορά τους Έλληνες, ονόματα όπως Δίστομο, Καλάβρυτα και πολλά άλλα είναι στη Γερμανία σχεδόν άγνωστα.
11. Ακούω συχνά από Γερμανούς την εξής παρατήρηση: «Δεν μπορούμε, επιτέλους, να σταματήσουμε με τις συζητήσεις που αφορούν το παρελθόν μας;» Δυστυχώς, μπορώ μόνο να τους απαντήσω ότι: Πολλοί δεν έχουν καν αρχίσει. Αλλά τελεσίδικες κρίσεις είναι πάντα συζητήσιμες. Ο καθένας μόνος του πρέπει να αναρωτιέται κατά πόσο θυμάται αυτά τα εγκλήματα, κατά πόσο ανοίγει την πόρτα της ψυχής του σ’ αυτές τις φρικαλεότητες.
12. Υπάρχουν όμως και στη Γερμανία πολλά ελπιδοφόρα μηνύματα. Όπως, για παράδειγμα, πριν από μερικά χρόνια, όταν παιζόταν
στη Γερμανία η ταινία Η λίστα του Σίντλερ, ένιωθα συχνά μια μεγάλη συγκίνηση. Εκατοντάδες νέοι έβγαιναν από τον κινηματογράφο βουβοί, πολλοί απ’ αυτούς κλαίγοντας.
13. Απ’ την άλλη, μου διηγήθηκε εκείνες τις ημέρες μια νέα κοπέλα, η οποία γεννήθηκε το 1967 στην τότε Λαοκρατική Δημοκρατία της
Γερμανίας, τα ακόλουθα:
«Ναι, μ’ όλη τη σχολική τάξη επισκεφτήκαμε το στρατόπεδο συγκέντρωσης Ντόρα.
Δεν συγκράτησα όμως καμιά βαθύτερη εντύπωση». Μάλλον οι δάσκαλοι το έκαναν ως καθήκον και δεν αισθάνονταν ούτε οι ίδιοι
προσωπικά συγκινημένοι και αντιδρούσαν με αδιαφορία. Για να μην ηχεί αυτό ως μονόπλευρη επίπληξη κατά της πρώην Ανατολικής Γερμανίας, σας αναφέρω το εξής: Εγώ μεγάλωσα στη Δυτική Γερμανία (γεννήθηκα το 1949). Δεν είχαμε επισκεφτεί ούτε μία
φορά ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης.
14. Η διαδικασία της μνήμης δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί με μια διαταγή ούτε να πιεστεί σ’ ένα πολιτικό σύστημα. Πραγματοποιείται πάντα μέσα απ’ την προσπάθεια της προσεκτικής προσέγγισης.
15. Μόλις μετά από παραπάνω από 50 χρόνια διεξήχθη στη Γερμανία μια δημόσια συζήτηση για τη Wehrmacht. Αυτό βέβαια έγινε αργά, αλλά νομίζω ότι ποτέ δεν είναι αργά.
Στις μεγαλύτερες πόλεις της Γερμανίας περιόδευσε η έκθεση με τον τίτλο Εξολοθρευτικός πόλεμος, Εγκλήματα της Wehrmacht από το 1941 έως το 1944. Στον πρόλογο αυτής της έκθεσης αναφέρονται τα εξής:
Το 1945, μόλις που είχε νικηθεί η ναζιστική Γερμανία, άρχισαν οι πρώην στρατηγοί με την κατασκευή ενός μύθου – του μύθου της
καθαρής Wehrmacht. Η ομάδα αυτή, έτσι λέγεται, είχε κρατήσει τις αποστάσεις της από τον Χίτλερ και το ναζιστικό καθεστώς, είχε με ευπρέπεια και αξιοπρέπεια εκπληρώσει το στρατιωτικό της καθήκον και είχε πληροφορηθεί τις φρικαλεότητες των ομάδων κινητοποίησης του Himmler πολύ-πολύ αργότερα. Αυτός ο ισχυρισμός, ο οποίος απάλλαξε εκατομμύρια Γερμανούς και Αυστριακούς πρώην στρατιώτες, καθορίζει ως σήμερα την κοινή γνώμη. Το 1995, πενήντα χρόνια αργότερα, έφθασε το πλήρωμα του χρόνου, να αποχαιρετήσουμε οριστικά αυτό το ψέμα και ν’ αποδεχτούμε την πραγματικότητα ενός μεγάλου εγκλήματος: Η
Wehrmacht δεν διεξήγαγε απ’ το 1941 ως το 1945 στα Βαλκάνια και στη Σοβιετική Ένωση ένα φυσιολογικό πόλεμο, αλλά έναν εξολοθρευτικό πόλεμο εναντίον των Εβραίων, των αιχμαλώτων πολέμου και του άμαχου πληθυσμού, με εκατομμύρια θύματα. Η γερμανική στρατιωτική ιστορία έχει συνεισφέρει κατά πολύ σ’ αυτή τη σαφή πληροφόρηση αυτής της κατάστασης, αρνιέται όμως να
ομολογήσει ότι η Wehrmacht συμμετείχε σ’ αυτά τα εγκλήματα ενεργά και ως σύνολο.
16. Μια θλιβερή επιβεβαίωση αυτού υπάρχει σε μια επιστολή, την οποία έγραψε η γερμανική πρεσβεία των Αθηνών στις 23 Ιανουαρίου 1995 στα θύματα του Διστόμου. Σ’ αυτή την επιστολή γράφονται τα ακόλουθα:
Σύμφωνα με την αντίληψη της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, δεν μπορούν να χαρακτηριστούν οι ενέργειες αντιποίνων, όπως για παράδειγμα στο χωριό Δίστομο, ως ναζιστική πράξη, της οποίας τα θύματα ζημιώθηκαν λόγω της φυλής τους, της θρησκείας τους ή της ρητής εναντίωσής τους, αλλά ως πράξη στο πλαίσιο της πολεμικής διεξαγωγής, επειδή απεικονίζουν αντιδράσεις σε επιθέσεις ανταρτών.
17. Αυτή είναι η μέχρι σήμερα επίσημη στάση της ομοσπονδιακής κυβέρνησης της Γερμανίας. Αυτό με κάνει να ντρέπομαι, με εξοργίζει, μερικές φορές με κάνει να αισθάνομαι αμήχανος, ελπίζω ποτέ να μη με αποκαρδιώσει. Αντί των πολλών λέξεων θα ήθελα να αντιδιαστείλω το παραπάνω μήνυμα της γερμανικής πρεσβείας στην
Αθήνα του 1995 με τη διαταγή για καταπολέμηση ανταρτών και υπόπτων (δοσμένη από την αρχιστρατηγία της Wehrmacht στις 16.12.1942).
Ο εχθρός εντάσσει στο συμμοριακό αγώνα φανατικούς, κομμουνιστικά εκπαιδευμένους μαχητές, οι οποίοι δεν διστάζουν μπροστά σε καμία βιαιότητα. Εδώ γίνεται λόγος περισσότερο
από ποτέ άλλοτε για αγώνα ζωής ή θανάτου. Αυτός ο αγώνας δεν έχει τίποτε κοινό πλέον με στρατιωτικό ιπποτισμό ή με τις
συμφωνίες της σύμβασης της Γενεύης. Εάν αυτός ο αγώνας ενάντια στους συμμορίτες, τόσο στην Ανατολή όσο και στα Βαλκάνια,
δεν διεξαχθεί και με τα πιο βίαια μέσα, δεν θα επιτύχουν εντός μικρού χρονικού διαστήματος οι διαθέσιμες δυνάμεις να κατανικήσουν αυτή την επιδημία. Κάθε στρατιώτης είναι συνεπώς υποχρεωμένος και είναι στη δικαιοδοσία του να χρησιμοποιήσει σ’
αυτό τον αγώνα κάθε μέσο χωρίς περιορισμό, ακόμη και εναντίον γυναικών και παιδιών, εάν αυτό τον βοηθά στην επίτευξη του
στόχου του (σ. 179).
18. Ο Alexander και η Margarita Mitscherlich έχουν προσπαθήσει ήδη, από το 1967, στο βιβλίο τους με τον –δυστυχώς– σωστό τίτλο
Η αδυναμία της θλίψης να ενεργοποιήσουν μια επεξεργασία της μνήμης. Εκεί αναφέρεται:
Η ιδεολογία των ναζί είναι μεν μετά το 1945 εκτός πορείας, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι έχουμε βρει μια σίγουρη, εσωτερική απόσταση. Γι’ αυτό κρίνεται αναγκαία μια κριτική αναμέτρηση: για παράδειγμα, μια εξέταση σχετικά με το παράλογο, τη μανία ορισμένων μερών αυτής της κοσμοθεωρίας, αλλά αυτό δεν έγινε. Έτσι διατηρήθηκαν, ούτως ειπείν αφελέστατα, λόγω της μη αναγνώρισης και επεξεργασίας μέρη αυτής της κοσμοθεωρίας τελείως άθικτα. Η πιο γνωστή συνέπεια θα μπορούσε να είναι ο συναισθηματικός αντικομμουνισμός.
Τη θέση του αντικομμουνισμού έχει πάρει σ’ εμάς, στη Γερμανία σήμερα, για παράδειγμα, ο δειλός φόβος της ξενοφοβίας.
(Συμβαίνει μια παράλογη αντανάκλαση: Όλα τα κακά προέρχονται από τους ξένους, όπως παλιότερα από τους Εβραίους και τους μπολ-
σεβίκους.)
19. Επανόρθωση: Για να υπογραμμίσει κανείς τη σοβαρότητα των λέξεών του, έχει ανάγκη και από συμβολικές πράξεις. Εάν τελικά η Γερμανία, όπως ελπίζω, αποδώσει τις πολεμικές χρηματικές αποζημιώσεις, τότε αυτό είναι μια εξωτερική πράξη. Τίποτε περισσότερο δεν είναι, αλλά είναι σημαντικό. Τα λόγια λέγονται καμιά φορά γρήγορα και δεν κοστίζουν.
20. Εάν η Γερμανία αποδώσει τις πολεμικές αποζημιώσεις, τότε εκφράζεται διαφορετικά απ’ ό,τι μόνο με λόγια του τύπου: Ναι,
βλέπουμε την αλήθεια κατάματα. Ναι, αναγνωρίζουμε πως ό,τι συνέβη στο όνομα της Γερμανίας ήταν φριχτή αδικία. Εάν η Γερμανία δεν είναι ακόμη πρόθυμη να πληρώσει τις πολεμικές αποζημιώσεις, εκφράζει μ’ αυτό, σ’ άλλη μορφή απ’ ό,τι μόνο με λόγια, το ότι: Όχι, δεν αντικρίζουμε την αλήθεια κατάματα. Όχι, δεν είμαστε πρόθυμοι ν’ αναγνωρίσουμε πως ό,τι συνέβη ήταν φριχτή αδικία.
21. Στο κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο αναφέρεται ότι ο Χριστός λέει στους μαθητές του: «Εσείς θα αναγνωρίσετε την αλήθεια, και η αλήθεια θα σας απελευθερώσει...» (Κατά Ιωάννην, 8, 32).
Ως Γερμανός έχω να υποβάλω μια παράκληση σ’ όλους τους Έλληνες: Παρακαλώ, μη σταματήσετε να πορεύεστε μαζί μας σ’ αυτό το δρόμο. Ό,τι έχει συμβεί, δεν μπορεί να επανορθωθεί. Η αλήθεια όμως μπορεί όλους να μας απελευθερώσει από το φριχτό εξαναγκασμό της επανάληψης, είτε ως δράστες, είτε ως θύματα, είτε
και τα δύο.

Δεν επαιτούμε. Απαιτούμε!


Ομιλία του προέδρου του «Εθνικού Συμβουλίου»
Μανώλη Γλέζου


ΠΡΙΝ ΑΠΟ 56 ΧΡΟΝΙΑ,
σαν σήμερα, στις 25 Νοεμβρίου 1942, οι αντάρτικες δυνάμεις του Έθνους, οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ και του ΕΔΕΣ, σε συνεργασία με τις συμμαχικές δυνάμεις του Στρατηγείου Μέσης Ανατολής, ανατίναζαν τη Γέφυρα του Γοργοπόταμου και απέκοπταν τη γραμμή ανεφοδιασμού της στρατιάς του Ρόμελ στην Αφρική.

«Ο Γοργοπόταμος στην Αλαμάνα στέλνει περήφανο χαιρετισμό.
Μιας ανάστασης νέας χτυπά η καμπάνα, μηνάν τα όπλα μας το λυτρωμό».
Έτσι περιέγραψε το γεγονός η λαϊκή μούσα. Ακριβώς το ίδιο και σήμερα. Όπως τότε ο Γοργοπόταμος έστελνε περήφανο χαιρετισμό στην Αλαμάνα, στις ιστορικές επιταγές του Έθνους, έτσι και τώρα.

Εμείς –το «Εθνικό Συμβούλιο Διεκδίκησης των Γερμανικών Οφειλών» και η «Ενωμένη Εθνική Αντίσταση 1941-1944»
– αποφασίσαμε, ανταποκρινόμενοι στο αληθινό μήνυμα που στέλνει
ο Γοργοπόταμος σήμερα σ’ όλους μας, να σταθούμε στις επάλξεις του χρέους. Και να τονίσουμε πως η επίλυση του προβλήματος
των γερμανικών οφειλών αποτελεί προϋπόθεση για την εδραίωση της φιλίας των λαών Ελλάδας και Γερμανίας, υπόβαθρο για την
Ενωμένη Ευρώπη, αναγκαία σύμβαση για την εδραίωση της Ειρήνης.

Η λεηλασία του εθνικού πλούτου και της περιουσίας των πολιτών, η γενοκτονία με την πείνα και οι εκτελέσεις των Ελλήνων πατριωτών από τα ναζιστικά στρατεύματα συνιστούν την απαίτηση της Ελλάδας να εξοφλήσει η Γερμανία τις οφειλές της απέναντι στη χώρα μας.

Οφειλές αναγνωρισμένες από την ίδια τη Γερμανία, όπως είναι το Κατοχικό δάνειο και από τη Διασυμμαχική Επιτροπή, όπως είναι
οι αποζημιώσεις. Δεν έχουν ακόμα αναγνωριστεί η ανεκτίμητη ανθρώπινη ζωή εκατοντάδων χιλιάδων Ελλήνων που εκτελέστηκαν, που πέθαναν από την πείνα, που σκοτώθηκαν
από αδέσποτες σφαίρες κι από τους βομβαρδισμούς. Δεν έχουν επίσης υπολογιστεί, βέβαια, γιατί πρέπει να επιστραφούν, οι κλεμμένοι αρχαιολογικοί θησαυροί.

Δεν είναι ακόμα αναγνωρισμένες οι οφειλές από την κυκλοφορία του πλαστού γερμανικού χαρτονομίσματος, η ληστρική αφαίμαξη του ασημιού, του νικελίου και του χαλκού από τα κέρματα,
καθώς και η ηθική βλάβη, που υπέστη ο ελληνικός λαός και η Ελλάδα από την προσβολή που υπέστησαν από τον Χίτλερ.

Αυτές τις οφειλές οι κυβερνήσεις της μεταπολεμικής Γερμανίας αρνούνται να καταβάλουν, άλλοτε με διάφορα προσχήματα,
άλλοτε με την αδιανόητη σιωπή τους και άλλοτε με κατηγορηματικά «όχι». Μπροστά σ’ αυτή την ασύλληπτη αδικία, είμαστε υποχρεωμένοι να υπενθυμίσουμε στις γερμανικές Κυβερνήσεις:

Πρώτον:
Με ποιο δικαίωμα αυτοεξαιρούνται; Η Ιταλία εκπλήρωσε τις υποχρεώσεις της απέναντι στην Ελλάδα. Το ίδιο και η Βουλγαρία. Γιατί η Γερμανία θα αποτελεί την εξαίρεση;
Γιατί δύο μέτρα και δύο σταθμά;

Δεύτερον:
Με ποιο δικαίωμα θα εξαιρείται η Ελλάδα από τις άλλες χώρες, οι οποίες, είτε παράνομα είτε νόμιμα, άρπαξαν ή εισέπραξαν από τη Γερμανία αυτά που νόμιζαν ότι τους οφείλει ή υπέστησαν στην πραγματικότητα από τους Ναζί; Γιατί αυτή η διάκριση;

Τρίτον:
Με ποιο δικαίωμα η Γερμανία θα παραβιάζει το Διεθνές Δίκαιο και την πανανθρώπινη ηθική και θα αρνείται να επανορθώσει όσα ως επιβουλέας διέπραξε σε βάρος της Ελλάδας;
Πρώτη και χωρίς καμία υπόμνηση η Γερμανία θα έπρεπε να αισθανθεί χρέος τιμής να εξοφλήσει όσα οφείλει απέναντι στην Ελλάδα.  Γιατί αυτή η ανήκουστη συμπεριφορά;


Τέταρτον:
Με ποιο δικαίωμα η Γερμανία λησμονεί ότι τη σημερινή της ύπαρξη, ως μια από τις Δημοκρατίες της Ευρώπης, την οφείλει στην καθοριστική συνεισφορά του Ελληνικού Λαού στον αγώνα για
τη συντριβή του Χίτλερ; Γιατί, φυσικά, δεν θέλουμε να πιστέψουμε πως νοσταλγεί το ναζιστικό καθεστώς.


Πέμπτον:
Με ποιο δικαίωμα η Γερμανία αρνείται να εκπληρώσει τις αναμφισβήτητες οφειλές της απέναντι στην Ελλάδα; Όχι μόνο από σεβασμό απέναντι στον Ελληνικό Λαό για τη συμβολή του στη νίκη κατά του Χίτλερ, αλλά και ως απαραίτητη εγγύηση αναγνώρισης των εγκλημάτων που διέπραξαν οι ναζί σε βάρος της ανθρωπότητας και ως μια πρώτη απόδειξη ότι δεν θα επαναληφθούν στο μέλλον παρόμοια ανοσιουργήματα.

Πρέπει να γίνει απόλυτα κατανοητό από την πλευρά της Γερμανίας ότι δεν μπορεί να παραβιάζει ασύστολα το Διεθνές Δίκαιο και
τις υποχρεώσεις της απέναντι στην Ελλάδα. Δεν επαιτούμε. Απαιτούμε η Γερμανία να κατανοήσει τα φρικαλέα εγκλήματα τα
οποία διέπραξαν σε βάρος του Ελληνικού Λαού οι Ναζί.
Πρέπει να γίνει απόλυτα κατανοητό ότι δεν μας ενδιαφέρει το ύψος των ποσών που οφείλει η Γερμανία στην Ελλάδα. Και ένα μάρκο να όφειλαν, πρέπει να το δώσουν.

Γιατί μας ενδιαφέρει πάνω απ’ όλα η αποκατάσταση του δικαίου, που παραβιάζεται αναίσχυντα. Μας ενδιαφέρει, γιατί όχι μόνο
η Ελλάδα γνώρισε στο Β´ Παγκόσμιο πόλεμο την πιο σκληρή, την πιο απάνθρωπη, την πιο αιμοβόρα, την πιο αποπνιχτική σκλαβιά
απ’ όσες γνώρισε στην πολυχιλιόχρονη τρικυμισμένη ιστορία της, αλλά γιατί σήμερα βιάζεται χωρίς ίχνος ντροπής το Δίκαιο και
η Ιστορία από τη στάση των γερμανικών Κυβερνήσεων, οι οποίες αρνούνται... και να συζητήσουν το θέμα.
Αλλά πλανώνται πλάνην οικτράν όσοι νομίζουν πως θα ξεφύγουν από την εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους. Στην ίδια πλάνη
περιπίπτουν και οι ελληνικές Κυβερνήσεις.

Πράγματι, δηλώνουν μεν ότι «δεν παραιτούμεθα των δικαιωμάτων μας», αλλά δεν κάνουν και τίποτε να τα διεκδικήσουν. Και δεν αρκεί κάθε χρόνο, σε μια τυχαία συνάντηση κάθε φορά, να το θέτει ο Έλληνας πρωθυπουργός στο Γερμανό ομόλογό του, να εισπράττει μια άρνηση και να εφησυχάζει. Η αδράνεια δεν είναι αντίδοτο στην ωμή αδικία. Επιτέλους, τα απατηλά αυτά παιχνίδια πρέπει κάποτε να σταματήσουν. Να τραβηχτούν τα πέπλα της σιωπής που καλύπτουν
την ασύλληπτη αυτή αδικία σε βάρος της πατρίδας μας.
Να σταματήσει η κατάπτυστη ανοχή από αυτή την άδικη μεταχείριση.

Τα όρια υπομονής έχουν εξαντληθεί.

Εμείς, οι αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης, δεν πρόκειται να εφησυχάσουμε. Δεν θα ανεχτούμε άλλο αυτή την κατάντια και
τον εξευτελισμό. Αυτό το εθνικό όνειδος. Και για να μην περάσει από το νου οιουδήποτε ότι τα κίνητρά μας είναι εκδικητικά, σ’ αυτό τον ιερό αγώνα αποκατάστασης του δικαίου, δηλώνουμε και πάλι, όπως το κάναμε και εξαρχής, ότι οι προτάσεις μας για τον τρόπο καταβολής των οφειλών της Γερμανίας απέναντι στην Ελλάδα αποδεικνύουν τις πραγματικές μας προθέσεις σχετικά με το δημόσιο τομέα, που αποσκοπούν στην ανάπτυξη και εδραίωση της φιλίας των λαών μας.
Προτείνουμε, λοιπόν, η καταβολή των οφειλών της Γερμανίας (δάνεια και οφειλές προς το δημόσιο) να γίνει:

◗ Με την καταβολή των εξόδων Ελλήνων φοιτητών για μεταπτυχιακές σπουδές στη Γερμανία και Γερμανών στην Ελλάδα. Είναι ολοφάνερες οι σχέσεις φιλίας που θα αναπτυχθούν από το φοιτητόκοσμο και τους επιστήμονες που θα σπουδάζουν στις δύο
χώρες.
◗ Με παροχή γερμανικής τεχνογνωσίας προς την Ελλάδα.
◗ Με την πληρωμή των έργων που έχουν αναλάβει γερμανικές εταιρείες στην Ελλάδα ή θ’ αναλάβουν στο μέλλον.
◗ Με γερμανικά βιομηχανικά εργαλεία και μηχανήματα.
◗ Με γερμανικά προϊόντα και αγαθά, και όχι με σκληρό νόμισμα.

Όπως γίνεται φανερό, στόχος μας δεν είναι να «στραγγαλίσουμε» οικονομικά τη Γερμανία. Αν και πολλοί υποστηρίζουν πως το σύνολο των οφειλών της Γερμανίας απέναντι στην Ελλάδα συνιστά ένα ελάχιστο ποσοστό μπροστά στα έξοδα μεταφοράς της Γερμανικής πρωτεύουσας από τη Βόννη στο Βερολίνο.
Στόχος μας είναι η αποκατάσταση του δικαίου.

Αποτελεί εσωτερική υπόθεση της Γερμανίας αν θέλει να δαπανά 12 δισεκατομμύρια μάρκα για τη συνταξιοδότηση των SS. Αλλά σε καμιά απολύτως περίπτωση δεν είναι δική της υπόθεση ούτε η αυτοεξαίρεσή της από τις υποχρεώσεις της, ούτε το να αποτελεί η Ελλάδα τη μοναδική εξαίρεση από τις συμμαχικές χώρες που πολέμησαν στο Β´ Παγκόσμιο πόλεμο, η οποία να μην έχει αποζημιωθεί για τα δεινά που υπέστη από τα ναζιστικά στρατεύματα κατοχής.

Τέρμα πια οι υπεκφυγές, τα ψέματα, οι αρνήσεις. Ευχαριστούμε τους Γερμανούς πολίτες για την ευαισθησία που δείχνουν στον αγώνα μας και υπολογίζουμε στην ουσιαστική συμπαράστασή τους.

Δεν επαιτούμε, δεν ζητιανεύουμε.
Αξιώνουμε, απαιτούμε σεβασμό στην Ιστορία και στις στοιχειώδεις ηθικές αρχές.